Μια κριτική ματιά στο πόρισμα της Διακομματικής Επιτροπής για την Ανάπτυξη της Θράκης (I)
Το πόρισμα της δεύτερης Διακομματικής Επιτροπής για την Ανάπτυξη της Θράκης συγκαταλέγεται στα κορυφαία γεγονότα μειονοτικού ενδιαφέροντος για το έτος 2021.
Το πόρισμα της δεύτερης Διακομματικής Επιτροπής για την Ανάπτυξη της Θράκης με τίτλο «Στρατηγικός Αναπτυξιακός Σχεδιασμός Ανατολικής Μακεδονίας – Θράκης» συγκαταλέγεται στα κορυφαία γεγονότα μειονοτικού ενδιαφέροντος για το έτος 2021.
Στο πόρισμα έκτασης 135 σελίδων, υπάρχουν διάχυτες αναφορές στην παρουσία της Μειονότητας που συνοδεύονται με προτάσεις για ανάληψη πολιτικών πρωτοβουλιών. Ο πολυπολιτισμικός χαρακτήρας της Θράκης, το πρότυπο παράδειγμα συνύπαρξης και η απουσία ριζοσπαστικών και ακραίων εκδηλώσεων διατρέχουν όλο το κείμενο και τονίζονται πολλές φορές μέσα σε αυτό.
Ειδικότερα, υπάρχουν αναφορές στα μέτρα θετικής διάκρισης και στις ειδικές ποσοστώσεις που ψηφίστηκαν κατά καιρούς ως «μοχλοί κοινωνικής ενσωμάτωσης και συνοχής με πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα». Ως εκ τούτου, η Επιτροπή ορθά συνηγορεί υπέρ της διατήρησης των μέτρων αλλά και στην επέκτασή τους και σε άλλους τομείς, όπως οι διαδικασίες πρόσληψης στο δημόσιο. Ακόμα και σήμερα, τα ποσοστά διορισμένων δημοσίων υπαλλήλων, μελών της Μειονότητας, παραμένουν εξαιρετικά χαμηλά συγκριτικά με τον υπόλοιπο πληθυσμό.
Στο πόρισμα υπάρχει αναφορά στο δικαίωμα στη διαφορετικότητα με έμφαση στη Συνθήκη της Λωζάνης και την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Έτσι, η Επιτροπή, θυμίζοντας έντονα εποχές της πρώτης Διακομματικής Επιτροπής και ανατρέχοντας στο παρελθόν, στις αρχές της δεκαετίας του 1990, καταγράφει, «Συγκεκριμένα, η μουσουλμανική μειονότητα της Θράκης συναπαρτίζεται από τρεις εθνοτικές ομάδες: τουρκογενείς, Πομάκους και Ρομά». Αναπαράγει έτσι τον τριμερή διαχωρισμό της Μειονότητας, με τους ίδιους όρους όπως ακριβώς είχαν υιοθετηθεί στην επίσημη εθνική ρητορική της δεκαετίας του 1990.
Στο πλαίσιο προβολής της πολυπολιτισμικότητας της Θράκης η οποία υπερτονίζεται σε όλο το πόρισμα και σε συνδυασμό με ζητήματα ταυτότητας, η Επιτροπή προτείνει την επένδυση στην εθνική κινηματογραφία, την καταγραφή της γλωσσικής βιοποικιλότητας της περιοχής προτάσσοντας τα τουρκικά, τα ρομανί και τα πομακικά, όπως αυτά εκφράζονται σε τραγούδια, μύθους και παραδόσεις. Προτείνεται λοιπόν «η καταγραφή παραδοσιακών τραγουδιών πομάκων και ρομανί, που θα συμβάλει άμεσα στη διατήρηση της γλωσσικής και πολιτιστικής ιστορίας αυτών των κοινοτήτων αλλά και στην συνοχή τους». Εδώ η Επιτροπή ξέχασε ή παρέλειψε να συμπεριλάβει τα τουρκικά στην καταγραφή παραδοσιακών τραγουδιών.
Το πόρισμα περιλαμβάνει και αναφορές στη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου την οποία, όπως αναγράφεται, σέβεται απόλυτα η χώρα. Παραβλέπει τις καταδικαστικές για την Ελλάδα αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου και δεν υπάρχει πουθενά αναφορά σε υποθέσεις όπως της Τουρκικής Ένωσης Ξάνθης που αναμένουν περισσότερα από 13 έτη την εφαρμογή τους μέσω της συμμόρφωσης των αποφάσεων των ελληνικών δικαστηρίων με αυτήν του δικαστηρίου του Στρασβούργου.
Στα θετικά του πορίσματος περιλαμβάνεται η πρόταση για δημιουργία νέων μειονοτικών νηπιαγωγείων, αλλά και μειονοτικών παιδικών σταθμών. Είναι μία υποχώρηση της κυβερνητικής πολιτικής στις διεκδικήσεις της Μειονότητας; Γεγονός είναι ότι η μέχρι σήμερα πάγια διεκδίκηση της Μειονότητας για δημιουργία μειονοτικών νηπιαγωγείων απορριπτόταν στο σύνολό της, οπότε θα είχε ενδιαφέρον κάποια στιγμή να ξεδιπλώσει η Επιτροπή το σχέδιο στο σύνολό του.
Μαζί με αυτήν την πρόταση κατατέθηκε και η δημιουργία νέων αναβαθμισμένων συμπεριληπτικών δημόσιων σχολείων στον ορεινό όγκο με ευέλικτο πρόγραμμα σπουδών και γλώσσα επιλογής την τουρκική. Η δημιουργία νέων σχολείων ως πρόταση είναι ευπρόσδεκτη από όλους. Παρ’ όλα αυτά, η ανάγκη για δημιουργία δημόσιων σχολείων σε αμιγώς μειονοτικές περιοχές από τη στιγμή μάλιστα που επί δεκαετίες η Μειονότητα διεκδικεί την δημιουργία μειονοτικών σχολείων στις ίδιες περιοχές δημιουργεί ερωτηματικά.
Από το πόρισμα απουσιάζει παντελώς οποιαδήποτε αναφορά στη δημιουργία ενός μειονοτικού σχολείου δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης παρόλο που υπάρχει έντονη ανάγκη και έχει διατυπωθεί πολλάκις από όλους τους εμπλεκόμενους μειονοτικούς φορείς στους αρμόδιους φορείς της εκπαίδευσης. Υπάρχουν πολλές γενικές αναφορές σε αναβάθμιση των υποδομών των μειονοτικών σχολείων που κι εδώ εντοπίζεται έντονο πρόβλημα. Σε πολλές περιπτώσεις ωστόσο, το πρόβλημα των υποδομών συνδέεται άρρηκτα με τον υψηλό αριθμό μαθητών που φιλοξενούν σε δομές που αδυνατούν να εξυπηρετήσουν τόσο μεγάλο αριθμό, γεγονός που συνηγορεί υπέρ της ίδρυσης νέων σχολείων.
Άλλες γενικές αναφορές στο πόρισμα κάνουν λόγο για εκσυγχρονισμό του θεσμικού πλαισίου στη λειτουργία και τη διοίκηση των μειονοτικών σχολείων, αναβάθμιση των ποιοτικών χαρακτηριστικών των διδασκόντων με ενεργή και πολυ-επίπεδη σύνδεση με το Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης. Κι εδώ οι γενικές αναφορές δημιουργούν περισσότερα ερωτηματικά παρά λύνουν απορίες. Είναι έκδηλη η ανάγκη για εκσυγχρονισμό στη λειτουργία και διοίκηση των μειονοτικών σχολείων, τα τελευταία χρόνια δημιουργήθηκαν πολλές εντάσεις στη λειτουργία αναφορικά για παράδειγμα με τις Σχολικές Εφορείες. Υπάρχει έκδηλη και η ανάγκη ενίσχυσης, επιμόρφωσης, αναβάθμισης των διδασκόντων. Ωστόσο, λείπουν αναφορές για τον Τομέα Μειονοτικής Εκπαίδευσης από τον οποίο αποφοιτούν οι μελλοντικοί δάσκαλοι του μειονοτικού προγράμματος και αντ’ αυτού, στο παιχνίδι μπαίνει το Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, άγνωστο όμως με τι καθεστώς συνεργασίας.
Η ενίσχυση των προγραμμάτων δια βίου μάθησης, όπως είναι τα σχολεία δεύτερης ευκαιρίας, προτάσσονται ως επιτυχείς πρακτικές που εφαρμόστηκαν στο παρελθόν και αντιμετώπισαν τον αναλφαβητισμό ενισχύοντας την ένταξη των μειονοτικών γυναικών στην αγορά εργασίας.
Η εκπαίδευση αποτέλεσε βασικό κομμάτι του πορίσματος. Στην επόμενη εκπομπή θα συνεχίσουμε τον σχολιασμό του κειμένου αναφορικά και με άλλα μειονοτικά θέματα που αναδεικνύονται μέσα σε αυτό.